- Ουίλιαμς
- (Williams). Βλ. λ. Γουίλιαμς.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τζαζ — (jazz). Είδος μουσικής που εμφανίστηκε στις ΗΠΑ κατά τα τέλη του 19ου αι.· λαϊκής καταγωγής αρχικά και για πολύ καιρό, διαδόθηκε κυρίως στις νότιες Πολιτείες και ιδιαίτερα στη Νέα Ορλεάνη, μεγάλο ποτάμιο λιμάνι στον Ατλαντικό, στις εκβολές του… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… … Dictionary of Greek
Μπεσέ, Σίντνεϊ — (Sidney Bechet, Νέα Ορλεάνη 1879 – Παρίσι 1959). Αφροαμερικανός κλαρινετίστας, σαξοφωνίστας, συνθέτης τζαζ μουσικής. Η τεχνοτροπία του στο σοπράνο σαξόφωνο και το κλαρινέτο καθόρισαν τον ήχο των μεγάλων ορχηστρών στις οποίες συμμετείχε και έθεσε… … Dictionary of Greek
Τάλμποτ — (Talbot). Επώνυμο 2 Άγγλων στρατιωτικών και ενός επιστήμονα. 1. T., Τζον (1373 – 1453). Στρατιωτικός. Νορμανδός ως προς την καταγωγή, πήρε μέρος σε διάφορες πολεμικές επιχειρήσεις στη Γαλλία και την Ιρλανδία και εξαιτίας της ανδρείας του… … Dictionary of Greek
Χριστιανική Αδελφότης Νέων — (XAN). Διεθνής οργάνωση που αποβλέπει στην ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων, με βάση τις αρχές του Ευαγγελίου. Η δράση της καθορίζεται από καταστατικό που εγκρίθηκε το 1885 στο Παρίσι. Η XAN ιδρύθηκε στην Αγγλία το 1844 από τον Γ. Ουίλιαμς, με σκοπό … Dictionary of Greek